Κείμενο μέλους της συντακτικής ομάδας
Σε αυτό το πλαίσιο, τα «επιχειρήματα» που χρησιμοποιεί η «κριτική» είναι στο σύνολό τους λογικές πλάνες, προπαγανδιστικά τρικ, ψέματα και διαστρεβλώσεις, αρμόζουσες στο ρεύμα του οποίου βασικός εκπρόσωπος είναι ο γ.ε. Θα τα πιάσω ένα-ένα.
-
Καταγγέλλει το Διαλυτικό ότι επιδιώκει να «αθωώσει» το Ισραήλ απέναντι στη γενοκτονική βία που εξασκεί στον πληθυσμό της Γάζας γιατί προσδιορίζει ως στόχο του ισραηλινού κράτους την εθνοκάθαρση και όχι τη γενοκτονία. Ωστόσο, η γενοκτονία είναι ένας νομικός όρος, ένα νομικά αναγνωρισμένο κρατικό έγκλημα, ενώ η εθνοκάθαρση είναι ένας πολιτικός όρος που αναφέρεται στον εκτοπισμό ενός πληθυσμού από μια συγκεκριμένη περιοχή στα πλαίσια της εδαφικής επέκτασης ενός κράτους. Στο συγκεκριμένο απόσπασμα, το εισαγωγικό σημείωμα της συντακτικής ομάδας εκφράζει μια πολιτική εκτίμηση για τον στόχο του Ισραήλ στη Γάζα: εντοπίζει ως στόχο του Ισραήλ τον εκτοπισμό του πληθυσμού (και, ει δυνατόν, κάποια στιγμή τον εποικισμό της Γάζας). Δεν αποτελεί νομική καταγγελία, ούτε μπορεί να «αθωώσει» ή να «ενοχοποιήσει» το Ισραήλ. Ούτως ή άλλως, η αθώωση ή η ενοχή ενός κράτους δεν αποφασίζεται στα δικαστήρια αλλά στα πεδία των μαχών και της διπλωματίας καθώς στο «διεθνές δίκαιο» αυτό που παίζει τελικά αποφασιστικό ρόλο είναι η ισχύς. Το Διαλυτικό ούτε μπορεί, ούτε θέλει να συμμετάσχει στο θέαμα και τη φενάκη του «διεθνούς δικαίου».
Αναγνωρίζουμε ότι από την πλευρά της κλίμακας των θανάτων το ισραηλινό κράτος ασκεί βία που αντιστοιχεί στο έγκλημα της γενοκτονίας. Η πολιτική μας εκτίμηση όμως είναι ότι δεν αποτελεί στόχο του Ισραήλ η εξολόθρευση ολόκληρου του πληθυσμού της Γάζας –και ως προς αυτό διακρίνεται λ.χ. από το Ολοκαύτωμα– αλλά ο εκτοπισμός του, μέσω της πείνας, των δεκάδων χιλιάδων δολοφονιών και της μαζικής τρομοκρατίας, στα πλαίσια ενός σχεδίου εδαφικής επέκτασης του κράτους του Ισραήλ. Αυτό δεν το καθιστά λιγότερο αποτρόπαιο.
Το δε επιχείρημα ότι η εθνοκάθαρση είναι πιο συχνό φαινόμενο και αυτό «επιτρέπει στο Ισραήλ να τη βγάλει καθαρή» είναι πραγματικά αδιανόητο. Δηλαδή ο γ.ε. μας λέει ότι ένα γεγονός (η εθνοκάθαρση) που περιλαμβάνει πάντοτε δολοφονίες, βασανισμούς, αυθαίρετες συλλήψεις και κρατήσεις, εκτελέσεις, βιασμούς, στρατιωτικές επιθέσεις σε αμάχους και μια σειρά από άλλες ενέργειες για να επιτευχθεί ο στόχος του εκτοπισμού –που έχουν μάλιστα και αυτές τον νομικό χαρακτήρα των εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας– αν δεν αναγνωριστεί νομικά ως γενοκτονία είναι κάτι το συνηθισμένο και, συνεπώς, αποδεκτό.
Σε αυτό ακριβώς το σημείο φαίνεται ότι η αναζήτηση του «απόλυτου κακού» έναντι του οποίου όλα τα άλλα γίνονται αποδεκτά είναι στην πραγματικότητα αυτή που δικαιώνει και στηρίζει το σύστημα που τα παράγει. Επιπλέον, αυτός είναι και ο τρόπος με τον οποίο κανονικοποιείται και νομιμοποιείται η κρατική βία όταν αυτή μένει εντός κάποιων ορίων (λ.χ. του Ιράν απέναντι στον πληθυσμό του και στις μειονότητες). Πράγμα που είναι βέβαια αναμενόμενο για κάποιον που υποστηρίζει εθνικισμούς και κρατικά μορφώματα, όπως της Χαμάς.
-
Το επόμενο επιχείρημα έχει ενδιαφέρον γιατί αποκαλύπτει το αντιδραστικό περιεχόμενο της σκέψης και της πολιτικής του γ.ε. Υποστηρίζει λοιπόν ότι θα έπρεπε, στη βάση του στόχου που αναγνωρίσαμε, να πούμε ότι πρόκειται περί πολέμου Ισραήλ-Παλαιστίνης και όχι πολέμου Ισραήλ-Χαμάς γιατί το Ισραήλ επιτίθεται σε ολόκληρο τον πληθυσμό, μάχιμους και άμαχους. Ωστόσο, ο μοναδικός λόγος που δεν μιλάμε περί πολέμου Ισραήλ-Παλαιστίνης είναι γιατί η Παλαιστίνη είναι χωρισμένη σε 2 κομμάτια, εκ των οποίων στο ένα το κράτος είναι η Χαμάς, ενώ στο άλλο το κράτος είναι η Παλαιστινιακή Αρχή. Ανοιχτή πολεμική σύγκρουση υπάρχει μόνο στη Γάζα και όχι στη Δυτική Όχθη. Για να το πω διαφορετικά, οι πόλεμοι γίνονται μεταξύ κρατών ή κρατικών φορέων εν τη γενέσει τους – εκτός αν μιλάμε για εμφύλιους πόλεμους. Μόνο σε αυτή τη βάση μπορεί άλλωστε να έχει κάποιο νόημα η διάκριση μεταξύ μάχιμων και ΑΜΑΧΩΝ – κοινώς αυτών που δεν πολεμούν.
Συνεπώς, το συμπέρασμα που βγαίνει δεν είναι ότι το Διαλυτικό θέλει να αποκρύψει την καταστροφή και τον όλεθρο που έχει επιφέρει το Ισραήλ στη Γάζα –αφού άλλωστε τα περιγράφουμε χωρίς περιστροφές– αλλά ότι ο γ.ε. ταυτίζει το κράτος με τον πληθυσμό, είτε στην περίπτωση του Ισραήλ είτε στην περίπτωση της Γάζας. Αυτού του είδους η ταύτιση αποκρύπτει και θάβει τις μικρότερες ή μεγαλύτερες ρωγμές, αντιστάσεις και αντιθέσεις που εμπεριέχονται στους εθνικούς κοινωνικούς σχηματισμούς και, αφενός, έχει ως συνέπεια τη δικαιολόγηση του ολοκληρωτικού πολέμου εναντίον των πληθυσμών όπου αναιρείται η διάκριση μεταξύ μάχιμων και αμάχων (δεν έχει σημασία από αυτή τη σκοπιά η κλίμακα) ενώ, αφετέρου, αναπαράγει, ενισχύει και θωρακίζει τη θεμελιώδη βάση του εθνικισμού και του καπιταλιστικού έθνους-κράτους, δηλαδή την ταύτιση του κράτους με τον «ιθαγενή» πληθυσμό.
-
Το επόμενο σημείο είναι ακόμα πιο εξωφρενικό. Προβάλλεται η εικόνα ότι το κράτος του Ισραήλ δρα αυτοβούλως και μόνο για τους δικούς του στόχους και συμφέροντα: «δεν εκπροσωπεί τα συμφέροντα ενός ιμπεριαλιστικού μπλοκ έναντι κάποιου άλλου», ενώ ταυτόχρονα αμφισβητείται η ίδια η σύνδεση του Ισραήλ και της Χαμάς με αντίπαλα ιμπεριαλιστικά μπλοκ. Ως προς το πρώτο ζήτημα, κανονικά δεν θα έπρεπε να χρειάζεται να επιχειρηματολογήσουμε καθόλου: είναι ηλίου φαεινότερο ότι θα ήταν αδύνατο το Ισραήλ να διεξάγει έναν τέτοιο ολοκληρωτικό πόλεμο χωρίς τη στήριξη των ΗΠΑ, της ΕΕ και του ΝΑΤΟ – την οποία του έδωσαν αμέριστα ως τοποτηρητή των συμφερόντων τους και της τάξης που θέλουν να επιβάλλουν στην περιοχή. Παρουσιάζεται με άλλα λόγια το ισραηλινό κράτος σαν να ήταν παντοδύναμο και εντελώς μοναδικό σε σχέση με τα υπόλοιπα κράτη ως προς την καταπίεση μιας άλλης εθνοτικής/θρησκευτικής ομάδας. Εδώ αναδεικνύεται ξεκάθαρα ένας υφέρπων αντισημιτισμός.
Από την άλλη μεριά, όλοι οι σοβαροί αναλυτές αναγνωρίζουν ως κίνητρο για την επίθεση της Χαμάς στις 7/10 τη σύναψη των συμφωνιών του Αβραάμ που προωθούν την κανονικοποίηση των σχέσεων των αραβικών κρατών με το Ισραήλ και αλλάζουν πλήρως τον γεωπολιτικό συσχετισμό δύναμης στη Μέση Ανατολή. Το γεγονός ότι η Ρωσία και η Κίνα ή ακόμη και το Ιράν «δεν προκάλεσαν το παραμικρό οικονομικό και στρατιωτικό κόστος» δεν σημαίνει ότι δεν υφίσταται γεωπολιτικός ανταγωνισμός μεταξύ των ιμπεριαλιστικών μπλοκ ή και με το ίδιο το Ισραήλ. Η εμπορική και οικονομική συνεργασία μεταξύ κρατών μπορεί κάλλιστα να συνυπάρχει με γεωπολιτικό ανταγωνισμό μεταξύ τους. Επίσης, τα συγκρουόμενα ιμπεριαλιστικά μπλοκ δεν είναι μονολιθικά, υπάρχουν ανταγωνισμοί και αντιφάσεις στο εσωτερικό τους. Δεν γνωρίζουμε αν και σε αυτή την περίπτωση η διαστρέβλωση είναι συνειδητή ή οφείλεται σε άγνοια της αλφαβήτας περί του ιμπεριαλισμού και του διεθνούς συστήματος κρατών. Οι λόγοι για τη διαφορετική πολιτική που ακολουθεί το κάθε κράτος εντός εκάστου μπλοκ έναντι του πολέμου στη Γάζα διαμεσολαβούνται από πολλούς παράγοντες (οικονομικούς, γεωπολιτικής ισχύος, εσωτερικής πολιτικής κ.λπ.) που μπορεί να έρχονται και σε αντίφαση μεταξύ τους.
Τα αραβικά κράτη, λ.χ., όταν κάνουν οτιδήποτε για το παλαιστινιακό ζήτημα, δεν το κάνουν από αλληλεγγύη στον παλαιστινιακό πληθυσμό, αλλά για τα δικά τους γεωπολιτικά συμφέροντα. Ταυτόχρονα, πολλά από αυτά κρατούν εκατομμύρια παλαιστίνιους σε μόνιμη ομηρία και αθλιότητα σε στρατόπεδα προσφύγων ή προβαίνουν και αυτά στον ολοκληρωτικό εκτοπισμό τους όπως έκανε το Κουβέιτ το 1991.
Τέλος, το γεγονός ότι το «‘παλαιστινιακό’ είναι μια ιστορία καταπίεσης άνω των 100 χρόνων» δεν αναιρεί το γεγονός ότι αναγκαία υπάγεται στην ευρύτερη ιμπεριαλιστική σύγκρουση στη Μέση Ανατολή. Υπαγωγή δεν σημαίνει αναγωγή, σημαίνει απλώς ότι τα διαφορετικά επίπεδα της πραγματικότητας –εθνικό, περιφερειακό, παγκόσμιο– βρίσκονται σε διαλεκτική σχέση μεταξύ τους. Υπάρχει ενότητα-στη-διαφορά.
-
Στη συνέχεια ο γ.ε. μας κατηγορεί ότι κάνουμε «εξίσωση» και «συμμετρικοποίηση» των δύο πλευρών και ότι αυτά «αποτελούν […] κοινούς […] τόπους της αποικιακής ιδεολογίας». Λέει επίσης ότι αυτό έρχεται σε αντίφαση με άλλο σημείο του κειμένου που αναγνωρίζει την «ασυμμετρία και τη μη ταύτιση» των δύο πλευρών. Πιθανόν δεν κατάλαβε τι ακριβώς λέμε, αν και δεν το πιστεύουμε. Η ασυμμετρία και η μη ταύτιση που αναγνωρίζουμε είναι ασυμμετρία ισχύος. Δεν υπάρχει τίποτα το ειδικά ισραηλινό στις μεθόδους που χρησιμοποιούνται για την κατάκτηση εδαφών και την εγκαθίδρυση/επέκταση ενός έθνους κράτους. Δεν υπάρχει δηλαδή μια μη αναγώγιμη ιδιαιτερότητα στην καταπίεση που ασκεί το Ισραήλ στους Παλαιστίνιους τα τελευταία 80 χρόνια. Τις ίδιες γενοκτονικές μεθόδους χρησιμοποίησαν οι Νεότουρκοι στο παρελθόν εναντίον των Αρμενίων ή το τουρκικό κράτος στο πρόσφατο παρελθόν εναντίον των Κούρδων, για να αναφέρουμε μόνο κάποια παραδείγματα. Αν αλλάξει ο συσχετισμός ισχύος ή το πεδίο της αντιπαράθεσης, μπορεί ο πρώην αδύναμος και αποικιοκρατούμενος να αναλάβει έναν εντελώς διαφορετικό ρόλο. Αυτό έχει εκφραστεί ιστορικά στην Αφρική σε πλειάδα πολεμικών συγκρούσεων και εθνοτικών εκκαθαρίσεων/γενοκτονιών, στη σύγκρουση Βιετνάμ-Καμπότζης κ.ά. Έχει συμβεί και στον εκτοπισμό όλων των Εβραίων από τα αραβικά κράτη μετά τη Νάκμπα, που εξυπηρέτησε και τους στόχους του σιωνισμού, αφού οι εθνικισμοί αλληλοτροφοδοτούνται.
Να σημειώσουμε εδώ ότι συνθήματα και θέσεις που διαδίδονται ανοιχτά αυτή την περίοδο εντός του α/α χώρου υπαινίσσονται, αν δεν αναφέρονται ανοιχτά, στην εκδίωξη της συντριπτικής πλειοψηφίας των Ισραηλινών (που χαρακτηρίζονται σιωνιστές) από το Ισραήλ – η οποία δεν μπορούμε να αντιληφθούμε πώς θα μπορούσε να συμβεί χωρίς τη χρήση αντίστοιχων γενοκτονικών μεθόδων.
Αλλά πέραν των ιστορικών τεκμηρίων, από λογικής άποψης, κάθε διαδικασία εγκαθίδρυσης της κρατικής εξουσίας ενός έθνους-κράτους σε νέες περιοχές είναι μια διαδικασία εθνικής εκκαθάρισης, σφαγών, ομογενοποίησης και απάλειψης της ετερότητας. Δεν θα αποτελούσε εξαίρεση το παλαιστινιακό κράτος αν ποτέ ισχυροποιείτο. Επιπλέον, οποιοδήποτε νέο έθνος-κράτος γεννιέται/δημιουργείται, εντάσσεται στο ευρύτερο διεθνές σύστημα κρατών αποτελώντας αναγκαία μονάδα του. Συνεπώς, εντάσσεται αναγκαία στο πλαίσιο των ενδοϊμπεριαλιστικών ανταγωνισμών και μετέχει σε αυτούς.
-
Στο σημείο 4, όπου ασκείται κριτική στη θέση του Διαλυτικού υπέρ της μη επιλογής στρατοπέδου μεταξύ Ισραήλ-Χαμάς, ο γ.ε. υπογραμμίζει με όλους τους τρόπους ότι πρέπει υποχρεωτικά να στηρίξουμε τη Χαμάς γιατί έτσι υποστηρίζουμε την Παλαιστίνη –δηλαδή τον παλαιστινιακό πληθυσμό– και τους αντισιωνιστές Εβραίους. Προφανώς αυτό αποτελεί λογικό άλμα που προκύπτει από την ταύτιση κράτους-πληθυσμού στην οποία αναφερθήκαμε στο σημείο 2 και επ’ ουδενί δεν ισχύει. Η αλληλεγγύη με τον φοβερά δοκιμαζόμενο παλαιστινιακό πληθυσμό και τους Ισραηλινούς που συγκρούονται με το κράτος τους δεν έχει καμία σχέση με τη στήριξη της Χαμάς, ούτε φυσικά η τελευταία αποτελεί προϋπόθεσή της! Το αντίθετο.
Είναι, επίσης, δηλωτικό ότι ο γ.ε. μιλάει μόνο για αντισιωνιστές Εβραίους (δηλαδή προφανώς για Εβραίους της διασποράς) και εξαφανίζει τις όποιες (πράγματι πολύ μειοψηφικές) αρνήσεις Ισραηλινών Εβραίων πολιτών ενάντια στον πόλεμο. Και εδώ διακρίνουμε την υπόρρητη ταύτιση όλων των Ισραηλινών πολιτών με τον σιωνισμό, που ανήκει στο ρατσιστικό ρεπερτόριο της απόδοσης εθνικής συλλογικής ευθύνης. Το ότι η πλειοψηφία τους συντάσσεται με το κράτος, δεν αποτελεί επίσης καμιά ιδιαιτερότητα, αντίθετα αποτελεί σύνηθες φαινόμενο στις χώρες που κάνουν πολέμους. Η ανάπτυξη αντιπολεμικού κινήματος στις χώρες που κάνουν πολέμους δεν είναι ποτέ βέβαιη και συνήθως συμβαίνει μόνο όταν διαρραγεί η εθνική ενότητα λόγω των συνεπειών του πολέμου. Η συλλήβδην απόδοση συλλογικής ευθύνης δεν συμβάλλει προφανώς στην ανάπτυξη ενός τέτοιου κινήματος. Έχουμε δει άλλωστε την καταγγελία πρωτοβουλιών, όπως η «Μαύρη Σημαία», ως υποκριτικών γιατί άργησαν να σχηματιστούν!
-
Στο τελευταίο σημείο (5), ο γ.ε. υποστηρίζει ότι δεν υπάρχει αιτιώδης σύνδεση μεταξύ της δράσης των παλαιστινιακών οργανώσεων την 7/10 με την καταστροφή και τη γενοκτονία της Γάζας, επιτιθέμενος στην κριτική που ασκήσαμε στον «αδιέξοδο, αν όχι καταστροφικό χαρακτήρα των ενεργειών της Χαμάς». Μάλιστα μας καταγγέλλει ότι κάνουμε «victim blaming» με μια ανάρμοστη μεταφορά της μονομερούς βίας που δέχονται τα θύματα βιασμού ή ο άμαχος πληθυσμός από στρατιωτικές δυνάμεις στην πολεμική βία που ασκείται μεταξύ κρατικών μορφωμάτων. Αυτό είναι επίσης καραμπινάτο λογικό σφάλμα: το γεγονός ότι υπάρχει μία βασική ανεξάρτητη αιτία (η ισραηλινή πρόθεση), δεν σημαίνει ότι η προγενέστερη ενέργεια της Χαμάς δεν αποτελεί επίσης αιτιακό παράγοντα.
Ταυτόχρονα, ο γ.ε. χρησιμοποιεί το ηθικό επιχείρημα περί της ευθύνης που φέρει το Ισραήλ και του δίκαιου χαρακτήρα της επίθεσης της 7/10 λόγω του αποκλεισμού και της καταπίεσης των Παλαιστινίων. Χρησιμοποιεί δηλαδή κανονιστικά/ηθικά επιχειρήματα για να ακυρώσει ένα πραγματολογικό επιχείρημα: ότι η 7/10 αποτέλεσε αναγκαία συνθήκη για να μπορέσει το Ισραήλ να βρει αφορμή για να καταστρέψει ολοσχερώς τη Γάζα. Προφανώς, πρόκειται για προπαγανδιστική τεχνική που στερείται λογικής συνοχής. Το ότι η 7/10 έδωσε την ευκαιρία και την αφορμή στο Ισραήλ δεν αποτελεί καμιά δικαιολογία για αυτό, και τίποτα τέτοιο δεν προκύπτει από το εισαγωγικό σημείωμα που γράψαμε.
Παραπέρα, αρνούμενος ότι οι ενέργειες της Χαμάς συνέβαλαν στην κλιμάκωση, κλείνει τον δρόμο σε μια συζήτηση για έναν διαφορετικό δρόμο που θα μπορούσε να ακολουθήσει ο παλαιστινιακός πληθυσμός ενάντια στο απαρτχάιντ, τον εκτοπισμό και την καταπίεση από το ισραηλινό κράτος. Ο δρόμος που είχε ανοίξει η πρώτη Ιντιφάντα που είχε ταξικό, από τα κάτω χαρακτήρα, έκλεισε μεταξύ άλλων λόγω της στρατιωτικοποίησης και κρατικοποίησης του αγώνα, με την έναρξη των συνομιλιών με την PLO και την ενίσχυση της Χαμάς από το ισραηλινό κράτος. Η Χαμάς και η πολιτική της τίθεται στο απυρόβλητο, παρά την κριτική που ασκείται από μερίδα του πληθυσμού της Γάζας και που εκφράστηκε με μαζικές διαδηλώσεις αλλά και με συνεντεύξεις σε φιλοπαλαιστινιακά μέσα ενημέρωσης όπως το +972mag εδώ και πολύ καιρό. Οι όποιες αναφορές περί γόνιμης κριτικής είναι απλώς υποκριτικές. Είναι αδύνατον για τον γ.ε. να κάνει μια «συστηματική, τεκμηριωμένη κριτική στις πολιτικές ένοπλες και μη οργανώσεις» από τη στιγμή που ταυτίζει τη Χαμάς και τους στόχους της με τους παλαιστίνιους και τους στόχους τους.
Κάπου εδώ θα κλείσω με μια πιο γενική παρατήρηση: οι decolonial μετασταλινικοί χρησιμοποιούν έναν κατακλυσμό χαρακτηρισμών, κατηγοριών περί συνενοχής, αστήριχτων συνδέσεων, λογικών σφαλμάτων, διαστρεβλώσεων, ψευδών ταυτίσεων κ.ο.κ. προσπαθώντας να επιτύχουν το cancelling και τη φίμωση των κριτικών φωνών εντός του κινήματος και των ριζοσπαστικών πολιτικών χώρων. Αυτό αποτελεί κληρονομιά των πολιτικών της ταυτότητας και των σταλινομαοϊκών τους ριζών. Έχει εμπεδωθεί τα τελευταία χρόνια και πρέπει με κάθε τρόπο να ανατραπεί αν δεν θέλουμε να χάσουμε κάθε δυνατότητα ριζοσπαστικής προλεταριακής κριτικής ενάντια στο κεφάλαιο και τα κράτη.